- Τάλιν
- Πόλη (482.000 κάτ.) στο βόρειο τμήμα της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της οποίας είναι πρωτεύουσα. Βρίσκεται στις απότομες ακτές του ομώνυμου κόλπου, που κλείνεται προς ΒΔ από το νησί Ναϊσάαρ (Βαλτική Θάλασσα). Η πόλη, που ιδρύθηκε το 1219 από τον Δανό βασιλιά Βαλντεμάρ B’ και έγινε πολύ γρήγορα επισκοπική έδρα, αποτέλεσε μέρος της Χανσεατικής Ένωσης, γύρω στα μέσα του 14ου αι., παραχωρήθηκε με όλη την Εσθονία στο Τάγμα των Τευτόνων Ιπποτών και έγινε μια από τις σημαντικότερες πόλεις του πολιτικοθρησκευτικού εκείνου οργανισμού. Το 1571 περιήλθε στους Σουηδούς, στους οποίους παρέμεινε έως την κατάκτησή της από τους Ρώσους (1710), που την έκαναν έδρα κυβερνείου. Με την κατασκευή (1870) της σιδηροδρομικής γραμμής της Πετρούπολης, το Τ. γνώρισε μεγάλη εμπορική ανάπτυξη και έγινε επίνειο της πρωτεύουσας. Μετά την εσθονική ανεξαρτησία, ύστερα από τον A’ Παγκόσμιο πόλεμο, έγινε πρωτεύουσα της νέας Δημοκρατίας. Κατά τον B’ Παγκόσμιο πόλεμο την κυρίευσαν οι Γερμανοί.
Η παλαιά πόλη παρουσιάζει χαρακτηριστική μορφή και είναι πλούσια σε μνημεία, μεταξύ των οποίων η μητρόπολη του 13ou αι., ο πύργος του ωρολογίου του 16ου αι., οι ναοί του Aγίου Ολάι και του Aγίου Νικολάου (13ος αι.), το δημαρχείο του 14ου αι., τα σπίτια των Μαύρων Κεφαλών και της Μεγάλης Τζίλντας της χανσεατικής περιόδου· στη σύγχρονη πόλη υπάρχουν οι αστικές και βιομηχανικές συνοικίες.
To T. είναι πνευματικό κέντρο μεγάλης σημασίας, έχει σημαντική εμπορική διακίνηση και πλούσια βιομηχανική παραγωγή (ναυτιλιακά είδη - ναυπηγεία, μεταλλουργία, μεταλλομηχανουργία, υφαντουργία, είδη διατροφής, ηλεκτρομηχανουργία, ξυλεία και υαλουργία).
Τάλιν: το κέντρο της πόλης. Ιδρυμένη το 13o αιώνα από το βασιλιά της Δανίας, η πόλη είναι πρωτεύουσα της Εσθονίας.
Η μεσαιωνική πόλη Βίρου τον Ταλίν.
Dictionary of Greek. 2013.